Η δύναμη του hand μας αλλάζει, ανάλογα με τα φύλλα που εμφανίζονται στο board και τις ενέργειες του αντιπάλου μας. Οι Άσοι μπορούν να χάσουν τη δύναμή τους ενώ το 7-2 μπορεί να μας δώσει τα nuts μετά το flop – τόσο δραστικά αλλάζει η αξία ενός hand. Ανάλογα με τον αντίπαλό μας, τις ενέργειές του και τη μορφή του board πρέπει να αποφασίσουμε πόσα χρήματα θα στοιχηματίσουμε με το hand μας. Ίσως να μη θέλουμε να επενδύσουμε καθόλου χρήματα ή δύο, τρία ή παραπάνω επιπλέον στοιχήματα στο pot. Μια που η δύναμη του hand μας αλλάζει τόσο συχνά, πρέπει να ανταποκριθούμε ανάλογα στις πληροφορίες που την καθορίζουν.
Όπως με οτιδήποτε στο πόκερ, έτσι και ο αριθμός των streets στις οποίες θέλουμε να αποσπάσουμε value μεταβάλλεται συνεχώς – εκτός και αν έχουμε τα nuts, οπότε και θέλουμε να κάνουμε ό,τι είναι δυνατό προκειμένου να θέσουμε τους αντιπάλους μας all-in. Προκειμένου να είμαστε πετυχημένοι ως παίκτες, πρέπει να μάθομε να ελέγχουμε το μέγεθος του pot κατάλληλα, βασιζόμενοι στη σχετική δύναμη του hand μας. Δεν πρέπει να “φουσκώνουμε” το pot με αδύναμο hand. Aντίθετα, πρέπει να φροντίζουμε ώστε να κερδίζουμε ένα αξιόλογο pot με τα δυνατά μας hands και να προσπαθούμε να φτάνουμε “φτηνά” στο showdown με τα μέτρια hands μας.
Ας δούμε, σε ένα παράδειγμα, το πώς μεταβάλλεται η αξία του hand μας. Κρατάμε K-T σε flop K-T-2 με flush draw. Συνήθως, με ένα τέτοιο hand, θέλουμε να κάνουμε τον αντίπαλό μας να παίξει ρέστα. Για να τα καταφέρουμε, ποντάρουμε και δεχόμαστε call. Το turn όμως είναι καταστροφικό – είναι ένας Άσος που συμπληρώνει το flush draw. Πλεόν δε θέλουμε να παίξουμε ρέστα και θα αναζητήσουμε value μόνο στο river (αν αυτό είναι εφικτό), ανάλογα με τον αντίπαλό μας. Κάποιες φορές μπορούμε να ποντάρουμε αν είναι πιθανόν ο αντίπαλός μας να κάνει call με πολλά χειρότερα hands και να πάμε πάσο σε raise. Αν το turn ήταν π.χ. ένα non-suited τριάρι, το hand μας θα ήταν εξίσου δυνατό όπως και στο flop και θα εξακολουθούσαμε να θέλουμε το all-in του αντιπάλου. Άλλα φύλλα στο turn που δυσκολεύουν την απόφασή μας, όπως κάθε φύλλο που συμπληρώνει το flush ή ένα rainbow εννιάρι, Άσος, ντάμα ή βαλές, αλλάζουν τη σχετική αξία του hand μας οπότε θα πρέπει, και πάλι, να σκεφτούμε σε πόσες streets θα αναζητήσουμε value.
To προαναφερθέν παράδειγμα λαμβάνει υπόψη του μόνο τη μορφή του board. Ας δούμε πως οι ενέργειες ενός παίκτη μεταβάλλουν το πλάνο μας. Κάνουμε preflop raise με Α-Κ στην cutoff, το button πάει πάσο, ένας παθητικός παίκτης στο SB κάνει call και το BB πάει πάσο. Το flop έρχεται Α-Τ-6 rainbow. Εδώ ενδεχομένως να αναζητήσουμε value και στις τρεις επόμενες streets. Κάνουμε c-bet και δεχόμαστε call, με το turn να είναι τριάρι δίχως flush draw. Το SB κάνει check και συνεχίζουμε ποντάροντας. Αυτή τη φορά το SB όμως κάνει check-raise.
Εδώ, πρέπει να αποφασίσουμε : ο αντίπαλός μας κάνει raise για μπλόφα ή κυνηγώντας value με χειρότερο hand; Το πρόβλημα είναι πως πρέπει να βάλουμε επιπλέον χρήματα στο pot, σε σχέση με το αρχικό μας πλάνο. Το SB είναι παθητικός παίκτης, επομένως δύσκολα θα μπλοφάρει. Με ποια χειρότερα hands θα μπορούσε να κάνει raise; A-Q; σπάνια, μια που ο παθητικός παίκτης κάνει raise με πολύ δυνατά hands. Θα πρέπει να πάμε πάσο με το Α-Κ εδώ. Αν κάνουμε call, θα αντιμετωπίσουμε λογικά shove στο river ή θα πρέπει να κάνουμε εμείς shove μετά το raise του. Έτσι, θα βάλουμε στο pot περισσότερα χρήματα από όσα θα θέλαμε και, κυρίως, όχι όπως θα θέλαμε απέναντι σε έναν παθητικό παίκτη. Το κλειδί στο να είμαστε σταθερά κερδισμένοι είναι να αναγνωρίζουμε πότε αλλάζει η value του hand μας και να μην εκπλησσόμαστε από τις ενέργειες του αντιπάλου μας.
Ας δούμε τώρα περιπτώσεις στις οποίες δε θέλουμε να αυξήσουμε το pot πολύ και να συζητήσουμε το πώς μπορούμε να ελέγξουμε το μέγεθός του. Μιλάμε, επομένως, για το “pot control” – τον έλεγχο του μεγέθους του pot. Φυσικά υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ του pot control και των streets στις οποίες αναζητούμε value. Τα hands με τα οποία θέλουμε να ελέγξουμε το pot είναι αυτά με τα οποία θέλουμε value σε τρεις streets στην καλύτερη περίπτωση – κάτι που πολύ σπάνια θα συμβεί. Στις πλέον συνηθισμένες περιπτώσεις μιλάμε για μία ή δύο streets. Ας δούμε κάποια παραδείγματα.
Ας πούμε πως κάνουμε raise με Τ-Τ στην cutoff και όλοι πάνε πάσο μέχρι το ΒΒ που κάνει call. Το flop έρχεται J-7-3 rainbow. Αν και το T-T πλέον είναι hand μέτριας δυναμικής, σίγουρα έχει λογική εδώ το value bet. Σε πόσες streets θα αναζητήσουμε value; Απέναντι σε έναν παθητικό και μάλλον loose αντίπαλο, λογικά η απάντηση είναι “Σε δύο.”. Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να εξασφαλίσουμε value σε δύο streets; Μπορούμε να ποντάρουμε στο flop, στο turn και να ελπίζουμε στο river να έχουμε check/check. Ή, να ποντάρουμε στο flop, να κάνουμε check στο turn και να αποφασίσουμε στο river για το πώς θα πράξουμε. Ίσως μπορούμε να κάνουμε check back στο flop και να ποντάρουμε στο turn και στο river ή να κάνουμε call στο turn και να αποφασίσουμε στο river. Δε θέλουμε να ποντάρουμε και να κάνουμε call σε raise – εφόσον αναζητούμε value σε δύο streets – αφού κατά πάσα πιθανότητα θα έρθουμε αντιμέτωποι με ένα ακόμα ποντάρισμα και ο μέσος αντίπαλός μας σπάνια θα μπλοφάρει ή θα κάνει raise με χειρότερο hand από το δικό μας.
Ας αλλάξουμε το board σε J-9-8 rainbow. Το hand μας είναι σχετικά χειρότερο (πλέον το αντίπαλο range περιλαμβάνει περισσότερα hands με δύο ζεύγη) αλλά έχουμε ένα καλό straight draw μαζί με το μεσαίο ζεύγος μας. Στην περίπτωση αυτή θα έμπαινα στον πειρασμό να κάνω check, προσπαθώντας να αντιληφθώ την equity που έχω – αν και πάλι θεωρώ πως θα δεχθώ call και απο χειρότερα hands. Ακόμα, λοιπόν, και με τα μέτρια hands μας, όταν έχουμε καλές πιθανότητες να βελτιωθούμε, θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τη θέση μας ώστε να δούμε όσα παραπάνω φύλλα μπορούμε. Με τον τρόπο αυτό η μορφή του board επηρεάζει το πώς αντλούμε value.
Το πιο δύσκολο κομμάτι του pot control είναι να το επιχειρούμε όταν βρισκόμαστε εκτός θέσης. Κάθε φορά που κρατώ ένα hand με το οποίο δε θα μπορέσω να αντλήσω value σε τρεις streets προτιμώ να κάνω check στο flop, ακόμα και ως ο preflop raiser. Πολλοί παίκτες διαφωνούν μ’ αυτό το σκεπτικό αλλά, αν φροντίσετε να έχετε κάποια καλά hands με τα οποία θα μπορείτε να κάνετε call και στις τρεις streets στις περισσότερες περιπτώσεις, δε θα έχετε πρόβλημα. Η λογική είναι πως αν δε θέλετε να βάλετε στο pot παραπάνω από τρία στοιχήματα, όταν κάνετε c-bet στο flop ο παίκτης που έχει θέση απέναντί σας ενδέχεται να χαλάσει τα σχέδιά σας. Όταν ποντάρετε και δεχθείτε call, δύο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν :
1. Το range του να μη περιλαμβάνει πολλές μπλόφες. Ναι, κάποιοι παίκτες κάνουν call σε c-bets δίχως “έτοιμα” hands ώστε να κερδίσουν το pot αργότερα – αλλά συνήθως ο αντίπαλος θα έχει κάποια equity και θα είχε πάει πάσο με τα περισσότερα hands του τα οποία “αστόχησαν
2. Διατηρείτε τα hands που “αστόχησαν” στο range του αντιπάλου. Αν έχει περισσότερα τέτοα hands, κατά πάσα πιθανότητα θα μπλοφάρει πιο συχνά. Πέραν αυτού, το range σας θα περιλαμβάνει hands τα οποία μπορούν να αντιμετωπίσουν ένα ποντάρισμα σε κάθε street επίσης – κάτι που σημαίνει πως κατά πάσα πιθανότητα θα ποντάρει με hands χειρότερα του δικού σας.
3. Οι πιθανότητές σας να φτάσετε στο showdown με το καλύτερο hand αυξάνονται. Όταν βρίσκεστε εκτός θέσης, είναι πολύ δυσκολότερο να πληρωθείτε και πολύ ευκολότερο να πέσετε θύμα μπλόφας. Πιστεύω πως η στρατηγική αυτή θα μεγιστοποιήσει τις πιθανότητες να φτάσετε στο showdown με το καλύτερο hand και θα ελαχιστοποιήσει το ρίσκο να δεχθείτε μπλόφα.
Ο τρόπος αυτός παιχνιδιού έχει καλύτερα αποτελέσματα είτε με ένα μέτριο hand και καλά redraws όπως Τ-Τ / Τ-9 σε flop J-9-8 είτε με ένα καλό hand με έναν αντίπαλο ο οποίος δύσκολα θα κάνει call με μέτρια hands – όπως π.χ. με Κ-Τ σε board K-9-4.
Kάτι τελευταίο και εξίσου σημαντικό : οι παθητικοί παίκτες κυνηγούν τα draws τους με παθητικό τρόπο – δηλαδή κάνουν call μέχρι το river. Απέναντί τους νομίζω πως μπορείτε συχνά να αποσπάσετε value σε τρεις streetis ποντάροντας στο flop, στο turn και κάνοντας check/call σε rivers που δεν συμπληρώνουν τα πολύ προφανή draws. Η τακτική αυτή έχει καλά αποτελέσματα γιατί ένα δυνατό hand θα κάνει raise στο flop ή το turn (κυρίως στο flop) και ένα μέτριο hand θα κάνει check back στο river. Έτσι, το range του αντιπάλου σας είναι γεμάτο με μη-συμπληρωμένα draws – επομένως μπορείτε να κάνετε call με τα μέτρια hands σας, με τα οποία θα αναζητούσατε value σε λιγότερες από τρεις streets απέναντι σε άλλους αντιπάλους.
Συντάκτες άρθρου : Εmanuel Cinca & Thomas Tiroch, “The education of a modern poker player” / περιοδικό Poker Player