Στον κόσμο του τζόγου είναι τέτοια η διασημότητα του Νικ ώστε και η παραμικρή του κίνηση μπορεί να έχει αντίκτυπο σε όλη την χώρα. Κάποια χρονιά για παράδειγμα , χόρευε με την Άβα Γκάρτνερ στο ξενοδοχείο Λαστ Φροντίερ του Λας Βέγκας. Ήταν με άψογο βραδυνό ντύσιμο εκτός από ένα καφέ άσπρο παπούτσι το οποίο αφηρημένα χωρίς να σκεφτεί παραμέλησε να αλλάξει καθώς άλλαζε για το βράδυ.
Τρεις μέρες αργότερα ένας δημοσιογράφος από την Νέα Υόρκη ο Έντ Σάλλιβαν αποκάλυψε ότι η τύχη του Νικ πάει τόσο άσχημα ώστε έβαλε ένα μαύρο και ένα άσπρο παπούτσι για να ξορκίσει το κακό. Μερικές μέρες αργότερα , οι μισοί από τους τακτικούς πελάτες στον Ιππόδρομο του Μπέλμοντ της Νέας Υόρκης εμφανίστηκαν με ένα μαύρο και ένα άσπρο παπούτσι.
«Ήταν μία εξοργιστική επίδειξη πρωτόγονης προληπτικότητας » σχολίασε ο Νικ Σαν ένας άνδρας που ξόδεψε εξήντα από τα χρόνια του προσπαθώντας στον αγώνα δρόμου της ανθρωπότητας να προηγηθεί ή να παρακολουθεί στενά την κορυφή, ρέπει στο να κοιτά πάνω στην φήμη του σαν μία μορφή προκατάληψης. Σε αυτό το θέμα πάντως έχει λάθος. Η φήμη του δεν οφείλεται μόνο στα ασύλληπτα νούμερα που τον συνοδεύουν αλλά και στην μαγνητική του προσωπικότητα.
«Όταν ο Μίστερ Νικ περπατά στο χώρο μας» λέει ένας βετεράνος διευθυντής στο Καζίνο Ντέσερτ Iν του Λας Βέγκας, » το μαγαζί ετοιμάζεται για μεγάλη δράση». «Ήταν ένας ασυνήθιστος άνθρωπος » λέει κάποιος φλορ μάνατζερ,» κάπνιζε το πούρο του παίζοντας χιλιάδες δολάρια σε κάθε μπίλια στην ρουλέτα παραμένοντας πάντα ανέκφραστος είτε έχανε είτε κέρδιζε». Λίγοι , ίσως κανένας , άντρες είχαν τέτοια άγρια ποικιλία στην οικονομική τους ζωή. Κάποιους μήνες ο Νικ ήταν πλούσιος , μετά ήταν χρεοκοπημένος , θα ξαναγινόταν σίγουρα πάλι πλούσιος.
Ο ίδιος βρίσκει αυτές τις γρήγορες ανατροπές της θέσης του άκρως ενδυναμωτικές και όποια αντίθεση σε αυτές αδικαιολόγητη. » Η εξέλιξη και η διάλυση είναι ο νόμος του σύμπαντος » έλεγε. » Τα αστέρια και οι δορυφόροι τους, οι άνθρωποι και τα δεμάτια τους – έρχονται και φεύγουν. Είναι καλός ο νόμος, ανανεώνει τα πράγματα , κάνει τα πάντα νέα». «Ξέρετε όμως » προσθέτει ο Νικ απορημένος. » Έχω δει ανθρώπους να αυτοκτονούν μετά από το πρώτο κιόλας κρούσμα. Φαντάσου! Αντιδράσεις μπροστά στον νόμο του σύμπαντος. Σαν να θέτουν ευφλεκτότητα εναντίον κάθε μικρής αλλαγής «.
Διαφορετικά από τους περισσότερους που παίζουν μεγάλα ποσά παίκτες, ο Νικ οφείλει την φήμη του όχι στα μεγάλα του κέρδη, αλλά στις μεγάλες του χασούρες – ένα φυσικό φαινόμενο ίσως μιας και ανάμεναν από αυτόν να κερδίζει κάθε φορά. Το καλύτερο παράδειγμα ήταν φυσικά το μεγάλο παιχνίδι ζαριών στην Νέα Υόρκη . Ήταν ένα παιχνίδι υψηλού ρίσκου που κόστισε στον Νικ 1.6 εκατομμύρια αν και δεν φαινόταν κάτι τέτοιο στο ακτινοβόλο πρόσωπο του στην έξοδο του κτιρίου.
Κέρδιζε και λίγα φυσικά. Σε λιγότερο από μία εβδομάδα από το παιχνίδι αυτό της Νέας Υόρκης o Νικ μετέτρεψε ένα δάνειο των 20.000 δολαρίων σε 550.000 μετά από μερικές ώρες εκπληκτικού πόκερ στο Χοτ Σπρινγκς του Αρκάνσας. Εκτός μίας εξαίρεσης , αυτό το ποσό είναι το μεγαλύτερο που έχει πετύχει κάποιος σε ένα παιχνίδι πόκερ χωρίς διακοπή. Η εξαίρεση είναι ο Άρνολντ Ρόθσταιν με 750.000 δολ . κέρδος στο παιχνίδι που κέρδισε το μεγάλο ποτ των 605.000 χιλ. δολαρίων από τον Νικ κάνοντας φλος.
Φημολογείτο ότι μετά το παιχνίδι αυτό του Χοτ Σπρινγκς ο Αλ Καπόνε μαθαίνοντας τις επιτυχίες του τον κάλεσε στο Σικάγο για να παίξουν ζάρια. Ο Νικ σε κάποια φάση του παιχνιδιού κέρδισε με μία ζαριά 100.000 δολάρια με τον Αλ Καπόνε να σταματάει το παιχνίδι από το κακό του βρίζοντας επαίσχυντα στα Ιταλικά.
Στο φημισμένο παιχνίδι λοιπόν του Χοτ Σπρινγκς, ο Νικ . ένας άντρας που θεωρεί ένα φτάρνισμα μία χτυπητή έκθεση συναισθήματος στο τραπέζι του τζόγου, παίζει με μία ψυχρή αποδοτικότητα και μία απάθεια στην ήττα που τον έκαναν είδωλο. Έπαιζε με έναν Νεοϋορκέζο πολυεκατομμυριούχο ιδιοκτήτη ενός δικηγορικού γραφείου , σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου με συνωστισμένους ενθουσιώδεις θεατές. Αφού συμφώνησαν ότι το παιχνίδι θα τελειώσει όταν ο ένας από τους δύο θα χάσει 20.000 δολ. , ο Νικ στρώθηκε στην δουλειά του που είναι (παρά την λεπτολογία για τον μυθιστοριογραφικό παίκτη) να πτωχαίνει τον αντίπαλο του στο έπακρο ώστε αυτός να αναγκαστεί να δανειστεί χρήματα για το τηλεφώνημα που θα κάνει για περισσότερα χρήματα.
Ο δικηγόρος κέρδισε όλα τα αρχικά ποτ. Παίρνοντας θάρρος ρωτάει με το πιο καταδεκτικό τόνο εάν ο αντίπαλος νοιάζεται να κάνει ένα μικρό έξτρα στοίχημα των 80.000 δολ, για τον τελικό νικητή. Ο Νικ δέχτηκε το στοίχημα. Καθώς ο Νικ συνέχισε να χάνει, οι θεατές που περίμεναν μέχρι να δουν κάτι σίγουρο, άρχισαν και αυτοί να προτείνουν στον Νικ έξτρα στοιχήματα. Με ευθυμία, καθώς πίστευε ότι του έκαμναν χάρη, δέχτηκε όλα τα στοιχήματα ,ένα σύνολο των 450.000δολ.
Μετά από μία ώρα και 40 λεπτά παιχνιδιού ,τα 20 χιλιάρικα του Νικ κατέβηκαν στα 3.400 δολ. και φαινόταν σίγουρο ότι θα έχανε και αυτά. Αλλά τότε το χαρτί άρχισε να έρχεται προς το μέρος του. Πιέζοντας την τύχη, ποντάροντας όλο και πιο γρήγορα και πιο πολλά , πήρε από τον καταϊδρωμένο δικηγόρο τα 37 από τα 40 κόλπα στα επόμενα 75 λεπτά, για να κερδίσει 450.000 χιλ. από τα έξτρα στοιχήματα , 100.000χιλ. από τον δικηγόρο και το παιχνίδι.
Καθώς ο Νικ ήταν έτοιμος να φύγει από το δωμάτιο, ο δικηγόρος τον κάνει μία ερώτηση που σταμάτησε κάθε ήχο και κίνηση γύρω του. » Πάντα τρέχεις να φύγεις όταν κερδίζεις;», διερευνώντας την έκφραση του Νικ. Σαν αντίδραση ο Νικ ξαναγυρνάει στο τραπέζι, ανακατεύει την τράπουλα και την αφήνει μπροστά στον δικηγόρο. » Διάλεξε ένα » του λέει, » το μεγαλύτερο φύλλο κερδίζει 550.000 δολάρια».
Περίμενε 3 λεπτά μέσα σε ουράνια σιωπή το δικηγόρο να κάνει την κίνηση του, αλλά αυτός ο κύριος φαινόταν μαρμαρωμένος. Ο κάτωχρος δικηγόρος κοιτούσε ακόμη ανήμπορος την τράπουλα καθώς ο Νικ άφηνε το δωμάτιο.
Μέσα από παιχνίδια δράσης σαν αυτό του Χοτ Σπρινγκς ο Νικ δημιούργησε ένα ρεύμα που είχε σαν φυσικό επακόλουθο να γίνει στόχος για διάφορες φήμες. Σαν παράδειγμα όλοι πιστεύουν ότι ο Νικ κέρδισε το κτίριο Woolworth (περίφημος ουρανοξύστης της Νέας Υόρκης ύψους 190 μέτρων χτισμένος το 1910 ανυπολόγιστης αξίας). Αυτό είναι ανοησία. Κάποτε κέρδισε μισό μπλοκ σε ένα από τα κεντρικά σημεία του Λος Άντζελες αλλά ποτέ δεν κέρδισε το προαναφερθέν κτίριο.
Πιστεύεται επίσης ότι κάποτε έπαιξε την μπάνκα στο παιχνίδι χαρτιών Φάρο για δέκα μέρες και νύχτες χωρίς ύπνο. Η αλήθεια είναι ότι έπαιξε Φάρο μόνο οκτώ μέρες και νύχτες χωρίς ύπνο. Ο Νικ εμφανίζεται από πολλούς ανθρώπους που δεν τον έχουν δει ποτέ σαν , μελαχρινός, με παχύ σώμα , με προεξέχων σαγόνι, θορυβώδης, άξεστα επιθετικός , που φροντίζει να έχει ειδικές καρφίτσες στα κοστούμια του ώστε να μην τσαλακώνονται οι ωμοπλάτες .
Κάποιες τοπικές αρχές πιστεύουν ότι εγκαθίσταται σε ένα πλούσια διακοσμημένο αρχοντικό στην Τουρκία, περιτριγυρισμένος από διαπεραστική μουσική , λιβάνια , πλούσιο φαγητό και χορεύτριες της κοιλιάς από την Ανατολή στις υπηρεσίες του. “Άλλοι λένε ότι λειτουργεί επιχείρηση έξω από ένα ξενοδοχείο του Σικάγου , στο κέντρο δράσης συμμοριών από καθάρματα , κράχτες, πληρωμένους μπάτσους, και τυχοδιώχτες. Για άλλους πάλι ζει μόνος σε μία σουίτα 18 δωματίων στο Λας Βέγκας εμφανιζόμενος μόνο τα βράδια, με ψυχρά μάτια , γνωρίζοντας τα πάντα για τα τεκταινόμενα γύρω του , όντας ανάμεσα σε σωματοφύλακες.
Το μόνο πρόβλημα με όλο αυτό το δυνατό φαντασιακό ανθρώπινο πιστεύω είναι ο ίδιος ο Νικ. Στο κέντρο όλου αυτού του θορύβου και κουτσομπολιού στέκεται ένας ευαίσθητος με αρχοντικό στυλ ψηλός άντρας, με έναν εκλεπτυσμένο ως έναν βαθμό πανεπιστημιακού καθηγητή αέρα , με ουμανιστικά ένστικτα, με αιχμηρό κάποιες φορές καυστικό πνεύμα και με ένα ταλέντο για ισχυρό αντικτύπημα στις συνομιλίες του. Στο πολύβουο Λας Βέγκας ζει παρόμοια με έναν ασκητή σε ένα μικρό , μεσαία τιμής (10 δολ. την βραδιά ) δωμάτιο στο ξενοδοχείο Λαστ Φροντίερ.
Πολύ λίγα πράγματα υπάρχουν στο δωμάτιο αυτό, καθόλου βιβλία, εικόνες, συσκευές ή διάφορα διακοσμητικά. Αν αισθανθεί την ανάγκη για διάβασμα ή απόσυρση, πετιέται μέχρι το ξενοδοχείο Μπέβερλι Γουίλσαρ, στο Μπέβερλι Χιλς της Καλιφόρνια , όπου διατηρεί ένα μπαούλο γεμάτο βιβλία στο υπόγειο. Δεν το βρίσκει απαραίτητο να διατηρεί κοσμήματα, αυτοκίνητο , ρολόι, ακριβά στυλό, λογαριασμούς ή ακόμα και όπλο. » Όσο καιρό μπορώ να κοντρολάρω τα ενδιαφέροντα μου στο δικό μου το μυαλό » λέει » είμαι ευχαριστημένος».
Στο κατεργάρικο και συνήθης βίαιο ημιυπόγειο κόσμο του τζογαδόρου , σε αυτό το όχι εύκολο ζουγκλάρικο αλισβερίσι μεταξύ υπόκοσμου και του νόμου, ο Νικ είναι ένα αξεπέραστο αίνιγμα. Ποτέ δεν ληστεύθηκε ή συνελήφθη. Στον κόσμο που ανήκει, οι παίκτες πάντα ήταν θύματα ληστείας , απάτης, απαγωγής , φόνου η τραβιόντουσαν για κάτι που είχαν ή κάτι που ήξεραν. Ο Νικ πάντως κυκλοφορούσε επιφυλακτικά αλλά με ασφάλεια, ανάμεσα σε όλα τα μέτωπα, ανέγγιχτος από συμμορίες ή από την αστυνομία. Το μόνο του τράβηγμα με την αστυνομία ήταν στο Λος Άντζελες.
Του έδωσαν μία κλήση επειδή περπατούσε αφηρημένος το βράδυ στους δρόμους. Μία από τις δύο επίσημες κατηγορίες και εμπλοκή με τις αρχές δημοσιεύτηκε από την εφημερίδα New York Times την 2 Ιουνίου 1929 με τον τίτλο : Ο ΝΙΚ ΔΕ ΓΚΡΗΚ ΣΥΝΕΛΗΦΘΗ. Και συνεχίζει με υποκεφαλίδα : Τζογαδόρος πιάστηκε στο Ντητρόιτ σαν καταζητούμενος στο Σικάγο, και αφέθηκε ελεύθερος με χρηματική εγγύηση.
Και το κείμενο γράφει: ΝΤΗΤΡΟΙΤ , 1 Ιουνίου . – «Ο Νικ δε Γκρηκ» γνωστός στους υπόγειους κύκλους σαν αυτός που ρισκάρει τα μεγάλα ποσά ανάμεσα στους παίκτες, συνελήφθη εδώ σήμερα το πρωί σαν ύποπτος ότι καταζητείται από την αστυνομία του Σικάγο, και αφέθηκε ελεύθερος καταβάλλοντος χρηματική εγγύηση 2.000 δολαρίων το απόγευμα. Ο Νικ δε Γκρηκ είναι ο Νικόλαος Δάνδολος ετών 43. Συνελήφθη κατόπιν αιτήσεως της αστυνομίας του Σικάγο, με την κατηγορία ότι προώθησε ένα τσεκ χωρίς αντίκρισμα αξίας λιγότερο των 100 δολαρίων και απέφυγε την εκδίκαση στο δικαστήριο. Ο Δάνδολος είπε ότι ήταν μία περίπτωση λάθος ταυτότητας και ότι ο ένοχος ήταν άλλος.
Τον προσήγαγαν στο δικαστήριο με ένταλμα για να διαπιστωθεί η νομιμότητα της προσωποκράτησής του ,αλλά η ακρόαση αναβλήθηκε για την Δευτέρα. Ο Δάνδολος απέκτησε φήμη πριν 10 χρόνια όταν τίναξε στον αέρα μία από τις ρουλέτες του Μόντε Κάρλο. Για πολλά χρόνια ήταν ο μόνος άνθρωπος που μπορούσε να κερδίζει σταθερά τον Άρνολντ Ρόθσταιν, τον Νεοϋορκέζο τζογαδόρο που πυροβολήθηκε θανάσιμα πριν 6 μήνες».
Το φιλοσοφικό δίπλωμα που απέκτησε από Ελληνικό Ευαγγελικό Κολλέγιο της Σμύρνης είχε την χρησιμότητα του. Η ανοσία του στην βιαιοπραγία και στο τσίμπημα από τον νόμο είναι μόνο δύο από τους λόγους που προκαλούσαν απορία στους άλλους παίκτες. Στον κόσμο των σπορ , ήταν ευρύτερα πιστευτό ότι η μόρφωση του έχει επηρεάσει το μυαλό του. Ενώ όλοι διάβαζαν τα διάφορα έντυπα περί τζόγου ( από ιπποδρομίες μέχρι στοιχήματα για αγώνες ομαδικών αθλημάτων), ο Νικ προτιμούσε να διαβάζει διάλογους του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη — μία πρακτική εξαιτίας της οποίας τον αποκάλεσαν » Ο Αριστοτέλης της γραμμής don’t pass (στοίχημα στα ζάρια).
Βασικά ο Νικ έδινε την εντύπωση ενός περιπατητικού μεταφυσικού που ξεστρατίζει από την συμπεριφορά και νοοτροπία των παικτών των ζαριών. Ο τζόγος ήταν το επάγγελμα του , αλλά η φιλοσοφία ο επιούσιος του. Το μάτι του δεν φαίνεται να κλείνει ποτέ από τον κόσμο, τον οποίο θεωρεί σαν ένα γλοιώδες -λιπώδες μέρος πάνω στον οποίο η ανθρωπότητα παλεύει απεγνωσμένα γλιστρώντας εδώ και εκεί στα σκοτάδια του δάσους ανίκανη να χαράξει μία δική της πορεία. » Κανείς δεν φτάνει στην κορυφή» λέει με σκληρότητα. » Κανέναν δεν του δίνονται αποκλειστικά οι δάφνες . Η γαλήνη είναι η ανταμοιβή της ευφυΐας. Είναι επίσης η ανταμοιβή της ηλιθιότητας. Έχω δει την ειρήνη των αγγέλων ζωγραφισμένη σε πρόσωπα των οποίων τα κεφάλια ήταν άδεια σαν τις μπάλες του μπάσκετ».
Σαν σχολιαστής με μία ασυνήθιστη οπτική γωνία της ανθρώπινης φύσης ο Νικ δεν ήθελε ποτέ ακροατές. Οι γυναίκες τον βρίσκουν ιδιαίτερα εγωκεντρικό. Παρόλο που δεν παντρεύτηκε ποτέ, η έρευνα κατέδειξε ότι υπήρξε ένας κατεξοχήν συνοδός μίας ολόκληρης χορωδίας όμορφων γυναικών του Μπρόντγουαίη, του Χόλυγουντ , του Λας Βέγκας, χωρίς να αναφέρουμε κυρίες της κοινωνικής αφρόκρεμας και της τέχνης , της επιστήμης και των συναφών επαγγελμάτων. » Ποτέ δεν έπαιξα με τις γυναίκες » λέει » είναι άνανδρο. Οι γυναίκες είναι η βάση και το στολίδι της ράτσας μας. Δεν πρέπει ούτε να τις αποκλείουμε κοινωνικά αλλά ούτε και να τις προσελκύουμε σε πρακτικές συζητήσεις που βγάζουν από έξω την διανοητική τους πλευρά.
Σπανίως έχω συναντήσει γυναίκα με διανοητικές ικανότητες που να μην είναι λίγο επιδεικτική για αυτό» Ο Νικ θεωρεί τους καμαρωτούς και πομπώδεις άντρες » ως ουσιαστικά συντηρητικούς , που χωρίς να χάνουνε ενέργεια και δυνάμεις περνάνε την άγνοια τους στις επόμενες γενιές «. Ξανά και ξανά έχανε λεφτά από κατώτερους παίκτες μόνο και μόνο για να έχει το προνόμιο να βλέπει να τον κλέβουν. «Θα πρέπει να υπάρχει ένας διασκεδαστικός φόρος δημοσίων θεαμάτων για τις πανουργίες» έλεγε.
Η θέση του για την χειρωνακτική εργασία ήταν ότι είναι γελοία. » Είμαι ένας οπαδός του Σωκράτη» έλεγε » Ο Σωκράτης δεν δούλεψε ποτέ του, αλλά και δεν επέλεξε ποτέ να υψώσει τοίχους γύρω του ,αλλά ανάμεσα σε χιλιάδες ανθρώπους όλοι οι τοίχοι ήταν ισοπεδωμένοι όταν ήταν παρών» Σε μία περίπτωση πάντως κάποιοι περαστικοί γνωστοί τζογαδόροι, έμειναν έκπληκτοι όταν είδαν τον Νικ να σκάβει βιαστικά έναν λάκκο σε έναν δρόμο του Σικάγου.
Κατευθυνόταν προς το ξενοδοχείο του με βραδινά ρούχα μετά από ολονύχτια δράση όταν είδε έναν αδύνατο γέρο άνδρα να φτυαρίζει αδύναμα το χώμα. Προφανώς προσβεβλημένος από την θέα ενός ανθρώπινου πλάσματος που εξακολουθεί να στριμώχνεται σε σωματική εργασία στα γεράματα του, πήδησε μέσα στον λάκκο και τελείωσε την δουλειά ο ίδιος.»
Δεν υπήρχε τίποτα συναισθηματικό σε αυτό» αρνούμενος ξαναμμένος να παραδεχτεί κάτι τέτοιο, » προσπαθούσα απλώς να καταρρίψω την παγκοίνως παραδοχή της χειρωνακτικής εργασίας του θανάτου με ένα φτυάρι» Ενώ είναι ανεκτικός σε πολλά πράγματα ο Νικ δεν θα κάνει ξέχωρη ειρήνη με την αδεξιότητα. » Θα προτιμούσα να χυθεί σούπα από τον σερβιτόρο επάνω μου σκοπίμως παρά από ατύχημα » έλεγε. » Μπορώ να έρθω σε συνεννόηση με έναν που δρα σκοπίμως, αλλά τον αδέξιο πρέπει πάντα να τον φοβάμαι».
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 , ένας Νεοϋορκέζος εκδότης εκλιπαρούσε τον Νικ ώστε αυτός να συγκροτήσει την ιστορία της ζωής του σε ένα βιβλίο. » Εάν τα πεις όλα θα έχεις ένα μπεστσέλλερ» του λέει ο εκδότης. » Μα καθόλου » τον διορθώνει ο Νικ. » Αυτό που θα έχω θα είναι μία κλήτευση για μάρτυρας σε δικαστήριο».
Φίλοι του συγγραφείς και δημοσιογράφοι επιμένουν ότι ο Νικ κουβαλάει τόσο μεγάλο πνευματικό πλούτο που είναι αδύνατο να μην έχει γράψει κάποια παλιά συγγράμματα τα οποία έχει κρύψει. » Δεν έχω γράψει ποτέ κάτι μακρύτερο από ένα τηλεγράφημα» τους διαβεβαιώνει. » Δεν είμαι επαρκώς προχωρημένος στην τέχνη της εξαπάτησης ώστε να έχω έμμονες προσπάθειες σύνθεσης».
Ανεξάρτητα από το πόσο αποφεύγει το γράψιμο και τους γραφιάδες , Ο Νικ μολαταύτα διερευνά τον εαυτό του και τους άλλους σαν να είναι ο πιο επιμελής μυθιστοριογράφος στην αναζήτηση ενός θέματος.» Ερευνώντας το μέσο μυαλό είναι σαν να κάνω σωματική έρευνα σε μία σφραγίδα» έλεγε. «Αυτή η μπερδεμένη μάζα από γάγγλια έχει προσκυνητάρι μέσα στα μυστικά του ήλιου» παραπονιέται. » Αλλά όλα αυτά έχουν έρθει σε αδιέξοδο είναι μια βόμβα».
Σε μία καλλιτέχνιδα του Λας Βέγκας που κάποτε διερωτήθηκε για το ποια είναι η λογική του να βάζεις μέσα σε εισαγωγικά κάποια αποσπάσματα μίας όπερας του Σαίξπηρ, ο Νικ την παρατήρησε χωρίς ανοχή, » Το μυαλό σου είναι το φίλτρο ενός τσιγάρου, όλο το οποίο κρατάει είναι ρύποι». Το μυαλό του ίδιου του Νικ που έχει περιγραφτεί σαν μία διασταύρωση μίας επιχειρηματικής μηχανής, ενός ζωντανού ρολογιού και ενός κύβου πάγου, τον έχει υπηρετήσει καλά. Που και που όμως περίμενε κάτι παραπάνω από αυτό.
Μία χρονιά π.χ., ξεντύθηκε και έπεσε για ύπνο στο ξενοδοχείο Μπέβερλι Χιλλς γύρω στις 11 το πρωί μετά από 48 ώρες στο τραπέζι του πόκερ. Έπρεπε να είναι σε ένα ραντεβού με έναν άντρα στο Λόμπυ μισή ώρα αργότερα. Καταλαβαίνοντας ότι, όπως πάντα, μπορούσε να παρουσιαστεί με καθαρό μυαλό στο ραντεβού με μόλις λίγα λεπτά ύπνου έριξε έναν υπνάκο. Ξύπνησε από τον επισκέπτη του που τηλεφωνούσε ανυπόμονα από το Λόμπυ.
Έκπληκτος επειδή παρακοιμήθηκε , πήδηξε από το κρεβάτι του , φόρεσε κάτι και βιάστηκε να κατέβει κάτω. Χτυπώντας το κουδούνι του ασανσέρ και ατενίζοντας αφηρημένα μέσα σε έναν μεγάλο καθρέπτη στον τοίχο εμφανίστηκε ο εαυτός του εντελώς χωρίς ρούχα εκτός από παπούτσια, κάλτσες , εσώρουχα και ένα μαύρο καπέλο. » Θα ήθελα να συμβουλευτώ έναν ψυχίατρο εκείνη την μέρα » έλεγε» αλλά φοβόμουν μην επιδεινώσω την σύγχυση μου».
Σαν μια σχετικά γεροφτιαγμένη βελανιδιά , ο Νικ φυσιολογικά έλκει επάνω του τις παθολογικά προσκολλημένες περικοκλάδες. » Απλά δουλεύω μέχρι να πεθάνω» του βόγκηξε με πόνο ένας ντήλερ μία φορά.» Εξαίσια!» του αντιφώνησε ακτινοβολώντας με πλατύ χαμόγελο ο Νικ. » Ο θάνατος είναι ένας ελαφρύς ύπνος που δεν ταράζεται από ανόητα όνειρα». » Ο θάνατος είναι μία τσουλήθρα για την κόλαση» στέναξε ο ντήλερ». » Τίποτα από όλα αυτά» λέει ο Νικ, » η κόλαση θα πεθάνει μαζί σου.»
Στον κόσμο του τζόγου, σκέψη κα διάλογος έχουν εξειδικευτεί , είναι σαν να λέμε ότι έχουν περιοριστεί περισσότερο σε συζητήσεις για τις μαθηματικές πιθανότητες στα τραπέζια του τζόγου. Αυτή η κατάσταση έχει κάνει τον Νικ, που παρόλη την φιλοσοφία του , δεν μπορεί να ξεκολλήσει τον εαυτό του από πράσινο ύφασμα , έναν από τους πιο μοναχικούς άνδρες. » Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που ξέρω θεωρούν την αισθητική σαν κάτι που σε βάζει σε ύπνο πριν από μία εγχείρηση » λέει.
Τέτοια σχόλια έδωσαν την αφορμή σε κάποιους με τους οποίους ο Νικ συναναστρέφεται να του ασκήσουν κάποια κριτική. » Σε αρέσει τόσο πολύ να διαλογίζεσαι, πως και εμφανίζεσαι κάθε τόσο και λιγάκι με ένα καινούριο κουκλί?»
Ο Ισάιδορ Μάρφυ, αποσυρμένος κράχτης, ζήτησε να πληροφορηθεί κοφτά κάποιο καιρό. » Υπάρχει μία φιλοσοφία και μέσα στην σάρκα» απάντησε ο Νικ. Η πιο αινιγματική πλευρά του Νικ, στο μετρό που αφορά την ανησυχία των άλλων παικτών , είναι η προδιάθεση του απέναντι τα χρήματα. Στο τραπέζι του τζόγου, το χρήμα είναι το όργανο του και η ανταμοιβή του – τα ακολουθάει με ένα ψυχρό , συναρπαστικό δυναμισμό , τρομακτικό να το παρατηρείς.
Μακριά από τα τραπέζια πάντως φαίνεται να χάνει κάθε ενδιαφέρον για αυτά. Ίσως να ξεχάσει να πληρώσει έναν ταξιτζή, ή μπορεί να του δώσει 20 δολάρια. Μπορεί να τριγυρνάει με χιλιάδες δολάρια σε μεγάλα μάτσα παραχωμένα σε διάφορες τσέπες, ρίχνοντας τα εδώ και εκεί καθώς ψάχνει για το μαντήλι του ή για κάποιο πούρο. » Για τον Νικ τα χρήματα δεν είναι κάτι που εξοικονομείς ή αγοράζεις πράγματα με αυτά » λέει ο Σιντ Γουάιμαν, ένας παλιός μεγαλοτζογαδόρος και φίλος του .
» Νομίζω θα τα παρατούσε όλα εκεί που τα ξέχασε εάν δεν τα χρειαζόταν για να παίζει. Πρέπει να έχει στείλει μερικές εκατοντάδες χιλιάδες στα καθαριστήρια ρούχων στην εποχή του!»