Ας δούμε τα όσα αναφέρονται στο άρθρο σχετικά με την ενδιαφέρουσα αυτή έννοια του πόκερ :
«Το over-betting του pot αποτελεί μια κίνηση που μπορεί να αναγκάσει τον εκάστοτε αντίπαλό μας να εγκαταλείψει τη διεκδίκηση ενός pot – είτε για μπλόφα, είτε για επιπλέον value όταν κρατάμε τα nuts. Κάποιες φορές η ίδια κίνηση περιγράφεται και ως «αγορά του pot». Κατανοώντας το πότε και που είναι κατάλληλο ένα over-bet είμαστε σε θέση να κερδίσουμε περισσότερα pots, ακόμα και όταν δεν έχουμε hand.
Το over-betting αναφέρεται στο ποντάρισμα ενός ασυνήθιστα μεγάλου ποσού σε σχέση με το μέγεθος του pot. Γενικά, το οποιοδήποτε ποντάρισμα μεγαλύτερο από το μέγεθος του pot θεωρείται «over-bet». Πραγματοποιείται γιατί ενώ κάποιες φορές ο αντίπαλός μας θα κάνει call σε ένα συνηθισμένο ποντάρισμα, αντίθετα θα πάει πάσο σε ένα μεγαλύτερο. Ταιριάζει περισσότερο σε deep-stacked παιχνίδια, όταν μπορούμε να ποντάρουμε ποσά μεγαλύτερα του pot. Αν και μπορεί να πραγματοποιηθεί σε οποιαδήποτε street, το συνηθέστερο είναι να εκτελείται στο river.
Ανάλογα με την περίσταση, το over-bet μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μια πολύ δυνατή μπλόφα ή για να παραπλανήσει τον αντίπαλο, κάνοντάς τον να κάνει call με hand υποδυέστερο του δικού μας. Aκριβώς για αυτό τον λόγο όμως, είναι πολύ βασικό να γνωρίζουμε για ποιο λόγο πραγματοποιούμε αυτό το μεγάλο ποντάρισμα.
Το over-betting, ως μπλόφα, μπορεί να φανεί ιδιαίτερα… ελκυστικό στους αρχάριους παίκτες, αφού θα τους εξασφαλίσει το pot τις περισσότερες φορές. Το πρόβλημα είναι πως όταν δεχόμαστε call μπλοφάροντας, θα μας κοστίσει αρκετά. Στον αντίποδα, όταν προσπαθούμε να προκαλέσουμε το call του αντιπάλου, ένα μεγάλο στοίχημα μπορεί και να τους αποτρέψει από το να βάλουν τις μάρκες τους στο pot!
To overbetting ως μπλόφα
Η χρήση μεγάλων πονταρισμάτων για να διώξουμε τους αντιπάλους μας από το pot μπορεί να φαίνεται σαν επίδειξη δύναμης – αλλά πρέπει να πραγματοποιείται μετά από αρκετή σκέψη και όχι απλώς κλείνοντας τα μάτια και βάζοντας τις μάρκες μας στο pot.
Kαι, όπως κάθε κίνηση στο πόκερ, η συχνότητα της επιτυχίας του over-bet εξαρτάται από την ικανότητά μας να «διαβάζουμε» τις τάσεις του αντιπάλου μας αλλά και τη δύναμη του hand του. Προφανώς θα χρησιμοποιούμε το over-bet ως μπλόφα όταν πιστεύουμε πως ο αντίπαλος έχει hands μέτριας δυναμικότητας.
Αν πιστεύετε πως ο αντίπαλός σας έχει πολύ καλό hand, δεν έχει σημασία το πόσο μεγάλο θα είναι το ποντάρισμά σας : δεν θα πάει πάσο. Αντίθετα, αν έχει άσχημο φύλλο θα πάει πάσο ακόμα και με ένα συνηθισμένο ποντάρισμα.
Ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους για να μπλοφάρετε κάνοντας over-bet είναι σε ένα τουρνουά, όταν μπορείτε ποντάροντας να αναγκάσετε τον αντίπαλο να πάρει μια απόφαση που ενδεχομένως να κοστίσει και όλες του τις μάρκες.
Κάτι που οι αρχάριοι παίκτες πρέπει να έχουν στο μυαλό τους είναι πως ένα συνηθισμένο ποντάρισμα συνήθως έχει το ίδιο αποτέλεσμα με ένα μεγαλύτερο – αλλά σας γλιτώνει χρήματα σε περίπτωση που δεχθείτε call από τον αντίπαλό σας. Γιαυτό και το over-bet χρησιμοποιείται κυρίως στις περιπτώσεις που προσπαθούμε να πάρουμε περισσότερη value έχοντας τα nuts.
Οver-betting για value
Όταν βλέπετε μεγάλα over-bets στα χαμηλότερα stakes, σχεδόν πάντα γίνονται με τον παίκτη να κρατά ένα πολύ δυνατό hand. Οι αρχάριοι παίκτες τείνουν να ποντάρουν μεγάλα ποσά όταν κρατούν πολύ καλό hand – κάτι που τους καθιστά προβλέψιμους και εύκολους αντιπάλους. Μην πέφτετε σε αυτή την παγίδα!
Υπάρχουν δύο τρόποι με τους οποίους μπορείτε να κερδίσετε value κάνοντας over-betting :
Απέναντι σε έναν αδύναμο, άπειρο παίκτη : τέτοιοι παίκτες δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τη διαφορά ανάμεσα σε ένα ποντάρισμα ίσο με το μισό pot και ένα άλλο ίσο με το διπλάσιο του pot! Προσπαθείστε να αποσπάτε τη μέγιστη value από τέτοιους παίκτες, ποντάροντας και κάνοντας δυνατά raise όταν έχετε πολύ καλό hand.
Το over-betting ως ένδειξη αδυναμίας : σε κάποια σημεία, το over-bet μπορεί να κάνει το hand σας να «μοιάζει» αδύναμο – σαν να προσπαθείτε να «αγοράσετε» την επετυχημένη σας έξοδο από το hand! Την κατάλληλη στιγμή, ο αντίπαλός σας μπορεί να ερμηνεύσει το μεγάλο σας ποντάρισμα ως μπλόφα και ένδειξη αδυναμίας, μια που λογικά θα ποντάρατε ένα μικρότερο ποσό με μεγάλο hand, αν θέλατε να δεχθείτε call!
Το παράδειγμα του over-betting συναντάται σε ένα από τα πιο ιστορικά hands του πόκερ που μεταδόθηκαν ποτέ στην τηλεόραση. Ο λόγος για τη μπλόφα του Chris Moneymaker απέναντι στον Sammy Farha, στο heads-up του WSOP Main Event 2003. Ο Moneymaker έπαιξε τα ρέστα του στο river, ποντάροντας ένα ποσό υπερδιπλάσιο του pot, αναγκάζοντας τον Farha να πάει πάσο :