Ο Andrew Brokos, όμως, φαίνεται να έχει αντίθετη άποψη. Με πρόσφατο άρθρο του στο περιοδικό CardPlayer περιγράφει μια εμπειρία του σε ένα τέτοιο παιχνίδι, στο οποίο μάλιστα επέλεξε να πάει πάσο με … ρηγάδες, όντας σίγουρος πως ο αντίπαλός του κρατούσε Άσους! Ας δούμε τα όσα γράφει :
«Πρόσφατα πήγα πάσο με λοζέ ρηγάδες, θεωρώντας πως ο αντίπαλός μου έχει σίγουρα Άσους. Τεχνικά, πήγα πάσο στο flop – αλλά το πάσο μου δεν είχε να κάνει με το flop. Απλά ήμουν αρκετά βέβαιος πως μόνο με Άσους θα έπαιζε ο αντίπαλός μου με τον τρόπο που έπαιξε.
Δεν ήταν μόνο αυτός, όμως. Ο κάθε παίκτης στο τραπέζι ήταν τόσο «tight» που θα με έκανε να πάω πάσο με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, δίχως δεύτερη σκέψη. Δεν είδα ποτέ τα φύλλα του, αλλά δεν χρειάστηκε να σκεφτώ πολύ πριν πάω πάσο και είμαι αρκετά σίγουρος πως το πάσο μου ήταν σωστό. Το μόνο πράγμα για το οποίο μετάνιωσα, μάλιστα, ήταν το ότι έβαλα στο pot τα χρήματα που έβαλα πριν πάω πάσο.
Κάποιοι ίσως νομίσουν πως βρέθηκα σε άσχημο παιχνίδι. Ήταν τόσο tight που δεν μπορούσα να πάρω καθόλου action ακόμα και με τα second nuts! Τι στο καλό έκανα εκεί;
Η κριτική που ενδεχομένως να δεχτώ βασίζεται στο εσφαλμένο συμπέρασμα πως μόνο καλό παιχνίδι είναι μόνο το loose παιχνίδι. Αν και προτιμώ να παίζω σε τέτοια παιχνίδια όποτε μπορώ, δεν τα βρίσκω και τόσο εύκολα – τουλάχιστο όχι σε υψηλότερα stakes. Η αλήθεια είναι πως το υπερβολικά loose παιχνίδι είναι μόλις ένα από τα πολλά λάθη που μπορεί να κάνει ο αντίπαλός σου, τα οποία μπορείς να εκμεταλλευτείς.
Το παιχνίδι στο οποίο βρέθηκα ήταν καλό – τουλάχιστο, αρκετά καλό, δεδομένου του ότι ήταν $5-$10 και διεξαγόταν νωρίς το απόγευμα – γιατί ήταν εντελώς παθητικό. Οι παίκτες δεν παίζανε μεγάλα pots χωρίς μεγάλα hands, αλλά παίζανε μικρά και μεσαία pots με αδύναμα hands – και παίζανε πολύ παθητικά. Υπήρχε αρκετό limping, πολλοί κάνανε call σε μικρά raises αλλά είχαμε και πολύ fold μετά το flop.
Το παιχνιδι αυτό δε θα ήταν καλό για κάποιον που, το μόνο που ήξερε θα ήταν να περιμένει για μεγάλα hands ώστε να πληρωθεί από τους loose παίκτες. Αν όμως ξέρεις πώς να εκμεταλλεύεσαι το υπερβολικά tight παιχνίδι, μπορείς να βγάλεις πολλά χρήματα «κλέβοντας» περισσότερα μικρά και μεσαία pots από όσα σου αναλογούν.
Κέρδιζα σχεδόν $1.000 μετά από τρεις ώρες παιχνιδιού, χωρίς μάλιστα να έχω κερδίσει πάνω από $200 σε ένα και μόνο hand και έχοντας φτάσει σε showdown μόνο δυο φορές . Το… μεγάλο μου μυστικό ήταν το continuation bet. Συχνά έκανα raise απέναντι σε limpers, περιστασιακά 3-bet απέναντι σε raises από late position έχοντας και εγώ position απέναντί τους, και κατόπιν ποντάροντας στα flops. Όλοι τους πήγαιναν πάσο εύκολα, και κέρδιζα δύο pots των $50-$100 για κάθε ένα που έχανα.
Ο άλλος τρόπος με τον οποίο έβγαζα χρήματα – και έτσι επανερχόμαστε στους λοζέ ρηγάδες που ανέφερα στην αρχή – ήταν με το να πηγαίνω πάσο με καλά hands. Ίσως αυτό να μη μοιάζει με… κερδοφόρα τεχνική, αλλά τα λεφτά που δε χάνουμε είναι λεφτά που κερδίζουμε!
Ο μεγάλος Tommy Angelo χρησιμοποιεί τον όρο «αμοιβαιότητα» μιλώντας για αυτό το concept. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι πόσα έχασες ή κέρδισες σε ένα συγκεκριμένο hand, αλλά πόσα περισσότερα κέρδισες ή έχασες από όσα θα έχανε ή θα κέρδιζε ο αντίπαλός σου, αν οι ρόλοι σας είχαν αντιστραφεί.
Κάθε παίκτης του πόκερ θα πάρει Άσους και θα βρει απέναντί του ρηγάδες πολλές φορές στην καριέρα του – όπως και το αντίστροφο. Αυτός με τους ρηγάδες θα χάνει, σχεδόν πάντα, χρήματα από τους Άσους – εκτός και αν κάνει set ή κάτι τέτοιο. Σε αυτή την περίπτωση ο παίκτης με τους Άσους θα χάνει σχεδόν πάντα χρήματα από τον αντίπαλό του. Η πλευρά στην οποία θα βρεθείτε εσείς δεν παίζει ρόλο – σε βάθος χρόνου, η κατάσταση θα εξισορροπείται.
Παρολαυτά, αν χάνετε λιγότερα σε όλες αυτές οι φορές στις οποίες θα έχετε ρηγάδες απέναντι σε Άσους (ή έστω σε κάποιες από αυτές τις φορές) από όσα χάνουν οι αντίπαλοί σας στην ίδαι περίπτωση, τότε μακροχρόνια είστε περισσότερο κερδισμένοι από αυτούς. Έτσι, ένα παιχνίδι στο οποίο μπορείτε να πάτε πάσο με ρηγάδες – ειδικά αν το πάσο σας είναι «φτηνό», είναι τελικά «καλό» παιχνίδι!
Το hand που εξετάζουμε ξεκίνησε με δύο παίκτες να κάνουν fold και έναν τρίτο να κάνει raise στα $50. Στο συγκεκριμένο παιχνίδι, το raise αυτό ήταν σημαντικό. Πολλοί παίκτες, μεταξύ των οποίων και αυτός, έκαναν open-limp τουλάχιστο όσα hands (σε αριθμό) έκαναν και raise. Όταν έκαναν raise, τα $30 ή τα $40 ήταν ένα φυσιολογικό ποσό. Τον «έβαλα» λοιπόν σε ένα πολύ καλό hand, και μόνο από αυτό το γεγονός.
Όλοι πήγαν πάσο μέχρι τη σειρά μου στο button. Κρατούσα . Απάντησα με re-raise στα $140 αλλά, είτε το πιστεύετε είτε όχι, πίστευα πως θα μπορούσα να πάω και πάσο. Δεν θα είχα κάνει reraise με ντάμες στο ίδιο σημείο. Δεν είναι το ότι πίστευα πως το opening range του ήταν τόσο δυνατό. Αντίθετα, υπέθεσα πως θα έκανε 4-bet με hands πιο δυνατά από ντάμες ενώ, με πιο αδύναμα hands, όπως βαλέδες ή δεκάρια, θα πήγαινε πάσο ή θα έκανε call αλλά θα έπαιζε για ένα μικρό pot, postflop. Με άλλα λόγια, δεν υπήρχε περίπτωση να τον κάνω να παίξει τα ρέστα του σε ένα 3-bet pot, σε flop 9-8-2, αν κρατούσε βαλέδες.
Ο αρχικός raiser δεν φάνηκε καθόλου αγχωμένος με το δυνατό μου re-raise. Για την ακρίβεια, προχώρησε σε 4-bet σχετικά γρήγορα, στα $450.
Θα πρέπει να πω, σε αυτό το σημείο, πως ήμασταν αρκετά deep σε stacks. Είχα περίπου $3.500 μπροστά μου ενώ αυτός με κάλυπτε. Με stacks των $1.000 δε νομίζω να την «είχα γλιτώσει». “Η, ίσως, δεν θα είχα κάνει three-bet εξαρχής. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, ήμασταν αρκετά deep για μένα ώστε να κάνω call στο 4-bet του. Το σχέδιό μου ήταν να «πιάσω» έναν τρίτο ρήγα αλλά και να βρω μια ένδειξη πως το hand μου, τελικά, ήταν καλό… Ίσως να βρω το «πράσινο φως» για να μπλοφάρω τον αντίπαλό μου κάνοντάς τον να πετάξει τους Άσους του, καθώς οι μεγάλες μπλόφες είναι ένα ισχυρό πλεονέκτημα υπέρ των πολύ tight παιχνιδιών.
Το flop ήταν . Ο αντίπαλός μου έκανε check. Ήταν αυτή μια ένδειξη ότι οι ρηγάδες μου κερδίζανε; Πόνταρα $400, αν τώρα σκέπτομαι πως δεν ξέρω με τι περιμένω να μου κα΄νει call. Πραγματικά αμφιβάλλω πως θα είχε κάνει 4-bet με ντάμες ή βαλέδες preflop.
Αυτός απάντησε με check-raise all-in. Έπρεπε να κάνω call $2.650 σε ένα pot $1.700. Χρειάστηκαν αρκετά δευτερόλεπτα για να πείσω τον εατυό μου πως θα μπορούσε να κρατά κάτι άλλο – αλλά δεν υπήρχε κάτι. Ήταν με διαφορά το μεγαλύτερο pot που είχε παιχτεί στο τραπέζι όλη τη μέρα. Ο συγκεκριμένος, δε, αντίπαλος ήταν υπερβολικά «tight» ακόμα και για τα δεδομένα αυτού του τραπεζιού. Δεν είχε ντάμες, και κρατούσα τον επομένως δε θα μπορούσε να έχει ουτε . Έτσι, πήγα πάσο.
Δεν πιστεύω ότι θα είχα κατορθώσει να τον αναγκάσω να παίξει ρέστα, αν κρατούσα εγώ τους Άσους και αυτός τους ρηγάδες. Παρομοίως, δεν πιστεύω πως θα είχε χάσει λιγότερα από $1.000. Και αυτό, γιατί αφενός μεν δεν πιστεύω πως θα είχε την πειθαρχία να πάει πάσο με ρηγάδες σε ένα από ποντάρισμα στο flop (δεν θα είχα κάνει check – raise) και αφετέρου δε γιατί δε θα του ήταν εύκολο να πιστέψει πως έχω Άσους.
Επειδή έπαιζα πιο επιθετικά από τους αντιπάλους μου, ήταν πιο δύσκολο για αυτούς να πάνε πάσο με δυνατά hands απέναντί μου, από ότι εγώ απέναντι σε αυτούς. Αυτή είναι η έννοια της «αμοιβαιότητας». Έχασα το pot – μαζί με αυτό και όσα είχα κερδίσει εκείνη την ημέρα, αλλά αισθάνθηκα κερδισμένος. Αν ο οποιοσδήποτε από τους αντιπάλους μου είχε βρεθεί στη θέση μου, θα είχε βγει χαμένος εκείνη την ημέρα. Έτσι, ένιωθα κερδισμένος αν και, ουσιαστικά, έφυγα «στα λεφτά μου» . «