Τρίζει το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ μετά την πρόταση του Γενικού Εισαγγελέα που ανακοινώθηκε σήμερα αφού αναλυτικά εξηγεί ότι το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ δεν δικαιολογείται ούτε στη βάση του περιορισμού των τυχερών παιχνιδιών ούτε στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας.
Αναλυτικότερα, εξηγεί, ότι μόνο ο αυστηρός έλεγχος από τις δημόσιες αρχές και η περιορισμένη ανάπτυξη θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ κάτι που δεν συμβαίνει όμως σήμερα.
Η πρόταση του Γενικού Εισαγγελέα απαντά στα προδικαστικά ερωτήματα του ΣτΕ προς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σχετικά με τη δίκη των Stanley bet και William Hill μετά την απόρριψη από την Ελληνική Δημοκρατία των αιτημάτων τους για αδειοδότηση.
Τα ερωτήματα αφορούσαν α) κατά πόσο το μονοπώλιο του ΟΠΑΠ συνάδει με την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία β) αν δεν συνάδει η εθνική νομοθεσία με την ευρωπαϊκή για το μονοπώλιο, είναι συμβατή η παραχώρηση του μονοπωλίου με στόχο την καταπολέμηση της εγκληματικότητας μέσω της εξασφάλισης ότι η δραστηριότητα των τυχερών παιχνιδιών θα ασκείται μόνο μέσω ελεγχόμενων κυκλωμάτων και γ) αν το μονοπώλιο δεν είναι συμβατό, οι ελληνικές αρχές μπορούν να μην εξετάζουν αιτήσεις τρίτων για μια μεταβατική περίοδο και για πόσο αυτή η περίοδος πρέπει να διαρκέσει.
Σύμφωνα με τον Γενική Εισαγγελέα η χορήγηση στον ΟΠΑΠ του αποκλειστικού δικαιώματος διεξαγωγής, διαχειρίσεως και λειτουργίας τυχερών παιγνίων είναι δικαιολογημένη εφόσον εξυπηρετούνται σκοποί όπως α) η μείωση των προσφερομένων παιγνίων, β) η καταπολέμηση της εγκληματικότητας.
Εχοντας εξετάσει το σύνολο των δεδομένων, η πρόταση κρίνει, ότι ότι όσον αφορά τον πρώτο σκοπό η χορήγηση μονοπωλίου στον ΟΠΑΠ, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως πρόσφορο μέτρο για τη μείωση της προσφοράς τυχερών παιχνιδιών και επίσης ότι ούτε η ελληνική νομοθεσία μπορεί να θεωρηθεί ως πρόσφορη για την επίτευξη αυτού του σκοπού.
Οσον αφορά το σκοπό της καταπολέμησης της συναφούς προς τα τυχερά παιχνίδια εγκληματικότητας ο Γενικός Εισαγγελέας σημειώνει ότι η χορήγηση του μονοπωλίου μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβάλλει στον περιορισμό της εγκληματικότητας, αν ασκείται αυστηρός δημόσιος έλεγχος και αν ακολουθεί μια πολιτική ελεγχόμενης ανάπτυξης για να κατευθύνει σε ελεγχόμενες δραστηριότητες τα άτομα που ενδιαφέρονται για τα τυχερά παιχνίδια.
Σημειώνει ωστόσο ότι ανεξαρτήτως της τελικής εκτίμησης του ελληνικού Δικαστηρίου, «κατά την άποψή μου από τα στοιχεία προκύπτει ότι δεν υπόκεινται σε αυστηρό έλεγχο οι δραστηριότητες του ΟΠΑΠ από τις δημόσιες αρχές ούτε περιορίζονται αποτελεσματικά από το εφαρμοστέο ως προς αυτόν νομοθετικό πλαίσιο».
Επίσης αναφέρει, στο μέτρο που η χορήγηση του μονοπωλίου στον ΟΠΑΠ συνεπάγεται την αύξηση των τυχερών παιχνιδιών πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας με αποτέλεσμα να καταλήγει σε απεριόριστη ανάπτυξη δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επιδιώκει την ελεγχόμενη ανάπτυξη.
Τέλος σημειώνει ότι εφόσον κατά τις διαπιστώσεις του εθνικού δικαστηρίου, η επίμαχη εθνική νομοθεσία αποδειχθεί ότι είναι ασύμβατη προς τα άρθρα 49 και 56 ΣΛΕΕ, διότι δεν συμβάλλει στον περιορισμό των σχετικών με τα στοιχήματα δραστηριοτήτων, η νομοθεσία αυτή δεν μπορεί να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου.
Η οριστική απάντηση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου στα προδικαστικά ερωτήματα του ΣτΕ αναμένεται να εκδοθεί μέσα στους δύο επόμενους μήνες, ενώ κατά κανόνα οι Δικαστές ακολουθούν τις εισηγήσεις του Γενικού Εισαγγελέα.