«Βρισκόμασταν στα χρηματικά έπαθλα ενός $215 WCOOP Event. Τα blinds ήταν 1.500 – 3.000 και όλοι πήγαν πάσο preflop μέχρι το button. Ο παίκτης εκεί έκανε raise στις 6.000. Ήμουν σίγουρος πως το range του ήταν εξαιρετικά μεγάλο και, έχοντας μόλις 82.000 στο stack του, θεώρησα πως θα μπορούσα να τον πιέσω με ένα μικρό reraise. Δίχως να με πτοεί το αδύναμο hand μου – Τ-2 offsuit, για την ακρίβεια, έκανα reraise στις 15.000. Το big blind πήγε πάσο με το button έκανε αμέσως call. Προφανώς δεν το ήθελα αυτό, αλλά είχα ακόμη ελπίδες! Τουλάχιστο δεν έπαιξε ρέστα και το quick call σήμαινε πως ούτε καν το σκέφτηκε. Γιαυτό και δεν θεωρούσα πως κρατά κάποιο εξαιρετικά δυνατό hand.
Το flop ήρθε [kKs] – άλλη μια αχτίδα ελπίδας στα μάτια μου! Πόνταρα 16.000 σε pot 36.375. Να είμαι ειλικρινής, δεν είχα ξεκάθαρη ιδέα του τι θα γινόταν στη συνέχεια. Ήξερα απλώς πως το ποντάρισμα θα ήταν καλύτερο από το check και πως θα σκεφτόμουν τι να κάνω στη συνέχεια/
Ο αντίπαλός μου έκανε raise στις 36.000 – ένα αρκετά μικρό ποσό σε σχέση με το pot, αν και ήταν το μισό του stack. Παίζαμε το παιχνίδι «Ποιος θα δειλιάσει πρώτος» : Ήξερα πως είχε ξεκινήσει δίχως κάποιο καλό hand και ήξερα ότι ήξερε πως το ίδιο ίσχυε και για μένα. Έτσι και δείλιαζα πρώτος, είχα χάσει την παρτίδα! Εξάλλου, αν είχε ρήγα, δεν θα έκανε απλά call αν σκεφτόταν πως μπλόφαρα;
Έπαιξα ρέστα και έκανε call αμέσως με Κ-5 offsuit. Το hand μου δεν βελτιώθηκε και έμεινα με μόλις 54.000 μάρκες αλλά και το συναίσθημα πως ο αντιπαλός μου έπαιξε καλύτερα, όντας συνεχώς ένα βήμα μπροστά από μένα. Είχα δίκιο στη σκέψη ότι το hand του δεν ήταν και τόσο δυνατό, αλλά έκανα λάθος σκεπτόμενος πως θα πάει πάσο στο re-raise μου. Και προκάλεσε τη μπλόφα μου παίζοντας τον ρήγα του με έναν τρόπο που δεν περίμενα.
Η «Sixth Street»
Ο σκοπός σας στο τραπέζι το πόκερ είναι να παίρνετε, σε κάθε δεδομένη στιγμή, την πιο κερδοφόρα απόφαση γαι σας. Αυτό ισχύει σε πολλά επιπλέον πράγματα, πέρα από τις αποφάσεις για το πώς να παίζετε. Ισχύει για το τι σκέφτεστε και τι επιτρέπετε να «βγαίνει» από το στόμα σας. Ο Tommy Angelo αποκαλεί αυτές τις κουβέντες μετά το hand ως «Sixth Street». Πολλές φορές σε live παιχνίδια έχω δει παίκτες, κατακόκκινους από θυμό, να δικαιολογούνται και να προσπαθούν να εξηγήσουν το γιατί παίξανε άσχημα ένα hand. Συχνά συναντώ τρεις διαφορετικές μορφές της συμπεριφοράς αυτής – όλες τους προβληματικές.
H πρώτη είναι η… αυτο-μαστίγωση! Είναι εξ αρχής άσχημο να κατηγορείτε τον εαυτό σας, μέσα σας, για ένα λάθος που κάνατε. Το μυαλό σας πρέπει να εστιάζει στο πώς θα παίξετε τα δύο φύλλα που έχετε – όχι στο τι θα θέλατε να είχατε κάνει με τα φύλλα που είχατε στο προηγούμενο hand ή σε ένα hand που έλαβε χώρα μια ώρα νωρίτερα!
Ακόμα χειρότερα, πολλοί παίκτες το εκδηλώνουν αυτό φωναχτά λες και θέλουν να πουν στους αντιπάλους τους : «Το ξέρω ότι έκανα λάθος. Συνήθως δεν παίζω έτσι. Στην πραγματικότητα είμαι καλός παίκτης, μη με κρίνετε βασιζόμενοι στο hand αυτό.»
Κάποιες φορές αυτό εκδηλώνεται με το να κατηγορούν με άσχημα λόγια έναν αντίπαλό τους. Ο παίκτης που έκανε το λάθος θα εξηγήσει το γιατί, στην πραγματικότητα, το λάθος του ήταν στην πραγματικότητα εξαιρετικό παίξιμο αλλά δεν απέδωσε καρπούς εξαιτίας της ανοησίας του αντιπάλου του! Στην ουσία, θέλει να πείσει το υπόλοιπο τραπέζι να «μην σκέφτονται άσχημα» για το παιχνίδι του.
Τέλος, υπάρχει η απευθείας ατομική δικαιολόγηση. Ο ίδιος παίκτης, και πάλι, θέλει να εξασφαλίσει πως δεν τον θεωρούν κακό παίκτη εξαιτίας του hand που μόλις είδαν. Νιώθει την ανάγκη να δώσει μια σαφή εξήγηση της λογικής του ώστε να δείτε πως όντως υπήρχε ένα εξαιρετικό σκεπτικό πίσω από την φαινομενικά άσχημη μπλόφα σου.
Το κύριο πρόβλημα με όλες αυτές τις συμπεριφορές είναι πως δε θα έπρεπε να σας νοιάζει το τι σκέπτονται οι αντίπαλοί σας για το παιχνίδι σας. Πέρα από οτιδήποτε, θέλετε να τους κάνετε να σκεφτούν πως είστε κακός παίκτης. Όταν πραγματοποιείτε ένα εξαιρετικά άσχημο παίξιμο, έχετε δώσει στους αντιπάλους σας λανθασμένες πληροφορίες για το τι να περιμένουν από εσάς στο μέλλον. Ενδεχομένως να πληρώσατε πολύ ακριβά τη δυνατότητα να τους παραπληροφορήσετε – αλλά αυτό τελείωσε, γιαυτό ας το εκμεταλλευτείτε όσο μπορείτε.
Αντί λοιπόν να καταστρέφετε την όποια αξία μπορείτε να αντλήσετε από το λάθος σας προσπαθώντας να εξηγήσετε στους αντιπάλους σας τη λογική σας, αφιερώστε την ενέργειά σας στο να σκεφτείτε πώς αυτό που συνέβη θα επηρεάσει τη μετέπειτα εικόνα σας. Δίνοντάς στο μυαλό σας να σκεφτεί κάτι επιπλέον, πέρα από το πόσο εύχεστε να μην είχατε κάνει αυτό το λάθος, περιορίζετε και τον ενδεχόμενο εκνευρισμό που νιώθετε από το λάθος αυτό!
Υπάρχει μια άποψη που θέλει τον παίκτη ο οποίος «πιάστηκε» να μπλοφάρει να μην πραγματοποιήσει τόσο εύκολα μια νέα μπλόφα – κάτι ανάλογο συμβαίνει και με ένα άσχημο call. Στην πραγματικότητα, ως ένα βαθμό πάντα καλούμαστε να προβλέψουμε το πώς κάποιος θα αλλάξει το παιχνίδι του, επηρεασμένος από ένα τέτοιο γεγονός. Γενικά πάντως θεωρώ ότι μαντεύω πιο σωστά όταν ο εν λόγω παίκτης μπαίνει στη διαδικασία να μου εξηγήσει τη λογική του πίσω από μια απόφασή του (π.χ. μπλόφα ή call) και το πώς νιώθει γι” αυτήν.
Φυσικά υπάρχουν κάποιοι τρόποι να προσαρμοστείτε ανάλογα μετά από κάποια λάθος σας απόφαση. Για παράδειγμα, αν κάνατε ένα άσχημο call και, κατά συνέπεια, δεν περιμένετε πλέον μεγάλες μπλόφες από τους αντιπάλους σας στο άμεσο μέλλον, μπορείτε να κάνετε κάποια «big folds» αλλά και κάποια πιο «χαλαρά» calls στις πρώτες streets ενός hand με φύλλα τα οποία δεν θα άντεχαν σε «έντονο» παιχνίδι στις επόμενες streets. Μπορείτε, επομένως, είτε να φτάσετε, σχετικά φτηνά, στο showdown είτε να πάτε εύκολα πάσο αν ο αντίπαλός σας συνεχίζει να ποντάρει, δίχως να φοβάστε πως σας μπλοφάρει και σας αναγκάζει να πετάξετε το νικητήριο hand.
Aν πιαστείτε σε μια αποτυχημένη σας μπλόφα τότε, πέραν του να μη μπλοφάρετε για κάποιο χρονικό διάστημα, ενδεχομένως να πραγματοποιείτε value bets πιο «γενναιόδωρα», ιδανικά με έναν τρόπο που αντικατοπτρίζει την ανεπιτυχή σας μπλόφα.
Επίλογος
Στο blind level 2.000-4.000 ο ίδιος παίκτης έκανε raise preflop από θέση UTG στις 8.000. Ήμουν επόμενος και απάντησα με re-raise all-in στις 50.000 με βαλέδες. Είχε Α-6 suited, έκανε call και διπλασίασα το stack μου.
Στη συνέχεια, στο blind level 2.500-5.000, έκανε raise στις 10.000 από το small blind. Ήμουν στο big blind με εξάρια και τον έθεσα all-in για 80.000 συνολικά. Έκανε call με Α-3 offsuit και σχεδόν διπλασίασε και πάλι το stack μου.
Τελικά, τα δύο αυτά calls μου χάρισαν περισσότερες μάρκες από όσες είχα χάσει στην αρχική μου μπλόφα. Φυσικά, στάθηκα τυχερός που τις κέρδισα και δεν θα υποστήριζα με σθένος πως η μπλόφα μου αποτέλεσε μια… ιδανική επένδυση στο «χτίσιμο» της εικόνας μου στο τραπέζι. Παρολαυτά, χαίρομαι που δεν εξέφρασα δημοσίως τη λύπη μου για το ότι ρίσκαρα τόσες πολλές μάρκες με ένα τόσο άσχημο hand αλλά και την απόφασή μου να μη το ξανακάνω, αφού προφανώς έκανε τον αντίπαλό μου να κρίνει λάθος το πώς θα παίξω στο μέλλον.»
Συντάκτης: Andrew Brokos, περιοδικό CardPlayer